αρτιπαγής

αρτιπαγής
ης, ες см. αρτισύστατος

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "αρτιπαγής" в других словарях:

  • αρτιπαγής — ἀρτιπαγής, ές (Α) 1. αυτός που στερεώθηκε πριν από λίγο, ο μόλις τοποθετημένος 2. (για τυρί) αυτό που μόλις έπηξε. [ΕΤΥΜΟΛ. < αρτι * + παγής < πήγνυμι (πρβλ. απαγής, συμπαγής)] …   Dictionary of Greek

  • ἀρτιπαγής — just put together masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρτιπαγῆ — ἀρτιπαγής just put together neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) ἀρτιπαγής just put together masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) ἀρτιπαγής just put together masc/fem acc sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρτιπαγεῖ — ἀρτιπαγής just put together masc/fem/neut nom/voc/acc dual (attic epic) ἀρτιπαγής just put together masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρτιπαγεῖς — ἀρτιπαγής just put together masc/fem acc pl ἀρτιπαγής just put together masc/fem nom/voc pl (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρτιπαγές — ἀρτιπαγής just put together masc/fem voc sg ἀρτιπαγής just put together neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρτιπαγοῦς — ἀρτιπαγής just put together masc/fem/neut gen sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρτιπαγέσι — ἀρτιπαγής just put together masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αρτι- — (AM ἀρτι )· [ΕΤΥΜΟΛ. Α συνθετικό λέξεων της Ελληνικής, ιδίως της αρχαίας και της μεσαιωνικής, με σημαντική παραγωγική δύναμη. Πρόκειται για προθεματικό ή προρρηματικό στοιχείο, προερχόμενο από το επίρρημα άρτι*. Απαντά σε αξιόλογο αριθμό συνθέτων …   Dictionary of Greek

  • γυιοπαγής — γυιοπαγής, ές (Α) αυτός που παγώνει ή ναρκώνει τα μέλη τού σώματος. [ΕΤΥΜΟΛ. < γυίον + παγής < πήγνυμι (πρβλ. αρτιπαγής, συμπαγής)] …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»